Katsadima | Double sens
Μέσα και μακριά από τη θάλασσα
Επιδιώκω να εφαρμόσω την ιδέα
του φιλοσόφου Ζωρζ
ότι στη θάλασσα κοιτάζεις όπου
σε βγάλει η ματιά σου,
μισάνοιχτα τα μάτια μου
προς το λαμπύρισμα του ήλιου
στο νερό το μεσημέρι
νιώθουν για στόμα του κορμιού
αυτό το μικρό παιχνιδίζον απόσπασμα
από τον μεγάλο ζωντανό καθρέφτη
και τα χέρια που κινούνται
είναι τα φτερά του,
κάπως έτσι, λοιπόν, το στόμα
εκτινάσσεται ψηλά
και υψώνει ξανά τον ουρανό.
Αργότερα, την ίδια μέρα πάντα,
πόσα μέτρα κάτω από τη θάλασσα,
σιωπώ παίρνοντας το μετρό,
τα βρεγμένα μακριά μαλλιά κόντρα
στην αστική σοβαροφάνεια
είναι οι ρίζες μου, φόρος ανάγκης
στη θάλασσα που κλείνει τη φωνή μου,
για να της δώσει υπόσταση
ανεξάρτητη ως κύμα ρήμα
που με ξεπερνά.
Dans et loin de la mer
J’essaie d’appliquer l’idée
du philosophe Georges
qu’à la mer on regarde où
notre regard nous emmène,
entrouverts mes yeux
vers l’étincellement du soleil
sur l’eau le midi
ils sentent comme si la bouche du corps était
ce petit extrait folâtre
du miroir grand et vif
et les mains qui se bougent
étaient ses ailes
de façon que la bouche
soit sautée haut
et ait soulevé du nouveau le ciel :
Plus tard, le même jour toujours,
combien de mètres sous terre,
je me tais en prenant le métro,
les cheveux longs mouillés contre
la prétention urbaine
sont mes racines, tribut de nécessité
à la mer qui renferme ma voix
pour qu’elle lui donne forme
indépendante comme une vague verbe
qui me surpasse.
Ce n’est pas loin
Un petit nuage sur mon ongle,
le passé éternel flottant
de ce pas encore,
je décide de me promener
comme si j’étais dans la forêt
des feuilles mortes,
le ciel, ce n’est pas loin,
je me trouve derrière les arbres
croisés de la mémoire,
je vous regarde comme le visage
au bout de la forêt,
je suis perdue,
donnez-moi votre sac d’adolescence
et je vous pose une question
très bien cachée
dans sa dernière poche,
seulement l’adolescence,
toujours l’adolescence se passe du superflu,
donc, voilà mes mots en ordre
après le chemin à la forêt
Pourquoi le pas encore a plus de poids
que le déjà atteint ?
Mon sac a été perdu au fond des mers,
dans l’eau de mon rêve
et je reste à suivre le demain,
ce n’est pas loin,
je touche mes mains froides,
les écrits n’étaient pas vraiment perdus.
Δεν είναι μακριά
Ένα μικρό σύννεφο στο νύχι μου,
το αιώνιο παρελθόν που επιπλέει
από αυτό το ακόμα όχι,
αποφασίζω να περπατήσω
σαν να ‘μουν στο δάσος
των νεκρών φύλλων,
ο ουρανός δεν είναι μακριά,
βρίσκομαι πίσω από τα σταυρωτά
δέντρα της μνήμης,
σας κοιτώ όπως το πρόσωπο
στο τέλος του δάσους,
έχω χαθεί,
δώστε μου τον σάκο της εφηβείας σας
και σας θέτω μια ερώτηση
πολύ καλά κρυμμένη
στην τελευταία τσέπη του,
μόνο η εφηβεία,
πάντα η εφηβεία νιώθει το περιττό,
οπότε, ιδού οι λέξεις μου σε τάξη
μετά την πορεία στο δάσος
Γιατί το ακόμα όχι έχει πιο πολύ βάρος
από το ήδη εκπληρωμένο;
Ο σάκος μου χάθηκε στο βυθό των θαλασσών,
μέσα στο νερό του ονείρου μου
και μένω να ακολουθώ το αύριο,
δεν είναι μακριά,
αγγίζω τα κρύα χέρια μου,
δεν χάθηκαν στ’ αλήθεια τα γραπτά.