Milan
09 May, Thursday
21° C
TOP

Regkas | Four poems on loss

Underneath plane trees

 

underneath plane trees

that once protected me

I throw a stone

into the space –

 

I look down impatiently;

it anguishes over

the water’s absence

~*~

 

κάτω από πλατάνια

 

κάτω από πλατάνια

που κάποτε με προστάτευαν

ρίχνω μια πέτρα

στο κενό –

 

κοιτάζω κάτω ανυπόμονα·

αυτή αγωνιά

πως το νερό θ’ απουσιάζει

 


 

The rule of innocence

 

Innocence fell to Earth

As the snow falls

gently, cautiously

desiring to melt

 

It landed on four feet –

could have been two

It looked around, at the furniture,

the trees, the buildings,

the ranges of land, the creatures exactly

as one senses

an invisible, great danger

 

It was nonchalant

and scarcely peculiar

It only wanted a few things, but

was not at all sure

what it was that it didn’t want

 

We trick the children,

and let them play

nearby with the earth

The earth, the soft

sweet earth, in which

we deposited the unfortunate

and the fortunate ones

 

~*~

 

Ο κανόνας της αθωότητας

 

Η αθωότητα έπεσε στη γη

όπως πέφτει το χιόνι

απαλά, επιφυλακτικά

επιθυμώντας να λιώσει

 

Προσγειώθηκε σε τέσσερα πόδια –

θα μπορούσαν να είναι και δύο

Κοίταξε γύρω της, τα έπιπλα,

τα δέντρα, τα κτίρια,

τις εκτάσεις, τα πλάσματα ακριβώς

με τον τρόπο που κανείς διαισθάνεται

τον μεγάλο, αόρατο κίνδυνο

 

Ήταν νωχελική

και ελάχιστα ιδιόρρυθμη

Ήθελε λίγα μόνο πράγματα, μα

δεν ήταν καθόλου βέβαιη

τι ήταν αυτό που δεν ήθελε

 

Ξεγελάμε τα παιδιά,

τα βάζουμε να παίζουν

παραδίπλα με το χώμα

Το χώμα, το μαλακό

γλυκό χώμα, που μέσα του

αποθέσαμε άτυχους

και τυχερούς


 

If I wiped your shadow

 

if I wiped your shadow

like ashes and dry leaves

it wouldn’t be enough if

I piled the air that

you traversed indifferently,

sharp as a question it

wouldn’t be enough if I closed

my eyes whenever you stared

in my direction

and gathered your tones

as one listens to the waves

that twist and turn it wouldn’t

be enough if you left (and

you did) at the exact moment

when everything was falling into place

(and it fell) calling all

the elements not to help

but to cooperate

throughout the ages

it wouldn’t be enough

 

~*~

 

αν σκούπιζα τη σκιά σου

 

αν σκούπιζα τη σκιά σου

σαν στάχτη και ξερά φύλλα

δεν θα ήταν αρκετό αν

αποθήκευα τον αέρα που

διέσχισες με ύφος αδιάφορο

κι αιχμηρό σαν ερώτημα δεν

θα ήταν αρκετό αν έκλεινα

τα μάτια μου όποτε κοίταζες

προς τη μεριά μου

και άκουγα τους ήχους σου

όπως ακούει κανείς τα κύματα

που συστρέφονται δεν θα

ήταν αρκετό αν έφευγες (και

έφυγες) ακριβώς τη στιγμή

που τα πάντα έπεφταν στη θέση τους

(και έπεσαν) καλώντας όλα

τα στοιχεία όχι σε βοήθεια

μα σε συνεργασία

που θα κρατήσει

για αιώνες

δεν θα ήταν αρκετό

 


 

Abrupt August    |    to Mitsos

 

There’s a sudden dampness

I’m sitting under the oak tree

and do crosswords

 

I don’t know how you felt

about dampness, I guess

it should tire you out – you

were now different,

your body had gotten

cumbersome; and souls

follow bodies

 

I’m not sure when

was the last time I saw you –

I easily forget

the strings of lives.

I guess at that exhibition

of your bizarre creations.

I often thought of calling you

but didn’t, and I hadn’t answered

your last message – I was planning

to see you in the fall,

when there’s time for everything

 

Now I’m waiting, in three days

I’ll set eyes for the last time

on your face, or maybe

on an object

that supplants it

 

And what could I

carry in return to your

utterly uncommon existence

Now that you

cannot accept

nothing no more

 

~*~

 

Απότομος Αύγουστος    |    στον Μήτσο

 

Έχει βάλει μια ξαφνική υγρασία

Κάθομαι κάτω από τη βελανιδιά

και λύνω σταυρόλεξα, ξεχνιέμαι

 

Δεν ξέρω πώς αισθανόσουν

για την υγρασία, υποθέτω

θα σε κούραζε – είχες βαρύνει,

το κορμί σου ήταν πλέον

δυσκίνητο· και η ψυχή

ακολουθεί το κορμί

 

Δεν είμαι σίγουρος

για την τελευταία φορά που σε είδα –

Ξεχνάω εύκολα

τις αλληλουχίες της ζωής

Μάλλον ήταν

σ’ εκείνη την έκθεση

με τις αλλόκοτες δημιουργίες σου

Σκεφτόμουν συχνά να σε καλέσω

μα δεν το έκανα, και δεν είχα απαντήσει

στο τελευταίο μήνυμά σου – σχεδίαζα

να σε δω το φθινόπωρο,

τότε που είναι να γίνουν όλα

 

Τώρα περιμένω, σε τρεις μέρες

θα αντικρίσω για τελευταία

φορά το πρόσωπό σου, ή ίσως

ένα αντικείμενο

που θα το παριστάνει

 

Και τι θα μπορούσα

να κουβαλήσω ως ανταπόδοση

στην τελείως ασυνήθιστή σου ύπαρξη

Τώρα που πια

δεν μπορείς

τίποτα να δεχτείς

 


Foto di kevin laminto

Post a Comment